λαρυγγοτραχειοβρογχίτιδα

λαρυγγοτραχειοβρογχίτιδα
η
η ταυτόχρονη φλεγμονή τού λάρυγγα, τής τραχείας και τών βρόγχων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”